Βαριές αλυσίδες δένουν σφιχτά τη σκουριασμένη πλέον, τεράστια πόρτα
του δημοτικού σχολείου του Χουμνικού. Τα άγρια χόρτα καταφέρνουν να
κρύψουν τον αύλειο χώρο του σχολείου, κρύβοντας μέσα τους χιλιάδες
μυστικά, παιχνίδια και γέλια των άλλοτε μικρών μαθητών που γέμιζαν
κάποτε, το εγκαταλελειμμένο πλέον σχολείο του χωριού. Άδεια σοκάκια,
παραθυρόφυλλα αμπαρωμένα, που δεν αφήνουν ούτε οι αχτίνες του ήλιου να
εισβάλλουν στα ψηλά πέτρινα σπίτια. Ένα χωριό χωρίς παιδικές φωνές, ένα
χωριό γερόντων.
Το Χουμνικό ανήκει στον Δήμο Αχινού. Στη δεκαετία
του '50 είχε περίπου 950 κατοίκους, που ήταν στο σύνολό τους ντόπιοι,
ήταν το 'Μεγαλοχώρι' της περιοχής, με έντονη πολιτιστική και κοσμική
ζωή. Στο χωριό υπήρχε κάποτε οικοκυρική σχολή, όπου οι νέοι και οι νέες
εκπαιδεύονταν πάνω στις ειδικότητες του ξυλουργού, του σιδηρουργού, του
γεωργού κ.ά.
Ο εμφύλιος πόλεμος, καθώς και η εσωτερική και
εξωτερική μετανάστευση ερήμωσε το χωριό. Οι περίπου 130 μόνιμοι κάτοικοι
που έχουν πλέον απομείνει, είναι συνταξιούχοι."Οι νέοι έφυγαν,
για να βρουν δουλειά. Οι περισσότεροι ήταν καπνοπαραγωγοί, το επάγγελμα,
όμως αυτό πλέον έσβησε" λέει ο εβδομηντάχρονος Οδυσσέας Φωτιάδης, ο
…μικρότερος του χωριού που τον φωνάζουν οι λοιποί "μικρέ".Η
ίδρυση του Χουμνικού τοποθετείται μεταξύ των ετών 1235-1245, όταν όλη η
περιοχή παραχωρήθηκε από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ανδρόνικο στον
διακεκριμένο στις μάχες και στο πνεύμα στρατηγό του Νικηφόρο Χούμνο.
Σύμφωνα
με την παράδοση, ο Στρατηγός, με τη σύζυγο και τους ανθρώπους του,
εγκαταστάθηκε πάνω από το σημερινό στρατόπεδο των Θερμών και
καλλιεργούσε μια έκταση περίπου 30.000 στρεμμάτων, παράγοντας καπνό,
σιτηρά, βαμβάκι κι ελιές.
Όταν απειλήθηκε η εύφορη έκταση του
Χούμνου από το στρατηγό της Θεσσαλίας Θέκλο, αυτός για να την
υπερασπιστεί έδωσε μάχη, κατά την οποία νίκησε μεν αλλά σκοτώθηκε, στην
τοποθεσία "Λαθριά", που βρίσκεται στα σύνορα Χουμνικού-Ζερβοχωρίου.
Καθώς
όμως ο στρατηγός ήταν άτεκνος, η σύζυγός του, για να μη χαθεί το όνομά
του, παραχώρησε λίγα στρέμματα γης και αυτονομία στους κολίγους, με την
προϋπόθεση να δώσουν στο χωριό, που θα δημιουργηθεί, το όνομα του
συζύγου της. Έτσι, το χωριό ονομάστηκε Χουμνικό.
Στην πλατεία του
χωριού δεσπόζει η παλιά εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που χρονολογείται
γύρω στα 1800. Ο παπάς του χωριού, Δημήτριος Μητρούδης, εξιστορεί: "το
1913, όταν τη Μακεδονία λυμαίνονταν οι Βούλγαροι κομιτατζήδες, έξω από
το Χουμνικό δόθηκε μια άνιση μάχη ανάμεσα στους Βουλγάρους και ένα λόχο
ελληνικού στρατού, όπου οι Βούλγαροι υπερίσχυσαν και σκότωσαν όλους τους
στρατιώτες, απειλώντας ότι θα έκαιγαν το χωριό στην παραμικρή αφορμή,
που θα έδιναν οι κάτοικοι. Αυτοί, φοβισμένοι, κλείστηκαν στα σπίτια τους
αφήνοντας άταφα τα σώματα των νεκρών. Αυτό στάθηκε η αφορμή να πέσει
επιδημία χολέρας στο χωριό. Τότε, οι κάτοικοι έθαψαν τους νεκρούς κι
επειδή η πανώλη συνεχιζόταν έστειλαν μια επιτροπή να φέρει τη
θαυματουργή εικόνα της Αγίας Τριάδος από το χωριό Τούμπα. Μετά την
περιφορά της εικόνας στο χωριό σταμάτησε η ασθένεια κι από τότε, σε
ανάμνηση του γεγονότος αυτού, γίνεται κάθε χρόνο πανηγύρι στη γιορτή της
Αγίας Τριάδος". Στην εκκλησία του χωριού, η καμπάνα χτυπά δυνατά
τις Κυριακές, λίγοι είναι όμως αυτοί που παραβρίσκονται στη λειτουργία.
"Είναι λίγοι και αθόρυβοι" λέει ο παπα- Δημήτρης και συνεχίζει με
παράπονο: "κοινωνούν, είναι ενάρετοι όλοι άνθρωποι, αλλά αν δεν έχεις
παιδιά να τρέξουν μέσα στην εκκλησία, να τα ευλογήσεις και να ακούσεις
τις ανησυχίες τους..."
Στο Χουμνικό οι κάτοικοι ζουν, αρκούμενοι
σε λίγα υλικά αγαθά. Είναι φιλήσυχοι και φιλόξενοι άνθρωποι, πρόθυμοι να
καλωσορίσουν και να κεράσουν δροσερό νερό και καφέ κάθε επισκέπτη, κάτω
από τον πλάτανο της πλατείας του χωριού, που βαραίνουν την πλάτη του
περισσότεροι από οχτώ αιώνες και στη δροσιά του μεγάλωσαν γενιές και
γενιές.
"Το δασαρχείο εκτίμησε ότι ο πλάτανος είναι περίπου 780
χρονών, οι παππούδες των παππούδων μας, όμως, έλεγαν ότι είναι
παλαιότερος", λέει ο γηραιότερος του χωριού, που δεν αποκαλύπτει τα
χρόνια του, λέγοντας ότι "αισθάνεται ακόμη πολύ νέος".
Μπορεί στο
Χουμνικό τα νιάτα να έχουν δώσει τη θέση τους στα γηρατειά, όμως το
χιούμορ και η καλή διάθεση των κατοίκων παραμένουν αναλλοίωτα στον
χρόνο.
"Όλοι εμείς ζούμε ένα νέο και διαρκή μήνα του μέλιτος",
αναφέρει χαρακτηριστικά ο 83χρονος Αχιλλέας Τσιολάκης και συμπληρώνει:
"πάμε τα ταξιδάκια μας με το ΚΑΠΗ, έχουμε τους μπαχτσέδες μας και για
διασκέδαση μαζευόμαστε εδώ στην πλατεία του χωριού στο μικρό καφενεδάκι
και πειράζουμε ο ένας τον άλλον, ανάλογα με την πίεση που έχει ο καθένας
και με τα πόσα χάπια παίρνει"...
Αυτή είναι η καθημερινή ζωή στο
Χουμνικό, που δίνει μαθήματα ζωής και αισιοδοξίας σε όλους τους
περαστικούς επισκέπτες του χωριού.
Κείμενο: της Α. Ταπάσκου
Πηγή: ana-mpa.gr