«Αδελφοί», μάς λέει ο απόστολος Παύλος στο Αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής, «όταν ο Χριστός φανερωθεί, ο οποίος είναι η ζωή μας, τότε κι εμείς μαζί του θα φανερωθούμε με δόξα. Επομένως, νεκρώστε τα μέλη σας που βρίσκονται στη γη, δηλαδή την πορνεία, ακαθαρσία, πάθος, επιθυμία κακή και την πλεονεξία, η οποία είναι ειδωλολατρεία, με τα οποία έρχεται η οργή του Θεού στους υιούς της απειθείας και στα οποία κι εσείς κάποτε περπατήσατε, όταν ζήσατε μ’ αυτά. Τώρα, όμως, να τα αποβάλλετε όλα, οργή, θυμό, κακία, βλασφημία, αισχρολογία από το στόμα σας· μη ψεύδεστε μεταξύ σας, αφού έχετε αποδυθεί τον παλαιό άνθρωπο μαζί με τις πράξεις του κι έχετε ενδυθεί τον νέο, ο οποίος ανακαινίζεται διαρκώς με επίγνωση κατά την εικόνα εκείνου που τον έπλασε, όπου δεν υπάρχει Έλληνας και Σκύθης, δούλος, ή ελεύθερος, αλλά σε όλα και σε όλους είναι ο Χριστός».
Μας υπενθυμίζει, κατ’ αρχήν, ο απόστολος, ότι η ζωή μας δεν είναι ο επίγειος βίος μας, αλλά ο ίδιος ο Χριστός. Στους προηγούμενους στίχους είχε τονίσει, ότι εφόσον έχουμε συναναστηθεί με τον Χριστό, οφείλουμε τα άνω να ζητούμε και τα άνω να φρονούμε και όχι τα επί της γης. Αντί, επομένως, να επιζητούμε την επίγεια δόξα, ή έστω την αναγνώριση των ανθρώπων, ας έχουμε την προσοχή μας και την καρδιά μας στον ερχόμενο Κύριό μας, γιατί όταν ο Χριστός φανερωθεί εν δόξη, κατά τη Δευτέρα Παρουσία, τότε κι εμείς θα δοξαστούμε μαζί του αιώνια.
Και γιατί μάς λέει να αποβάλλουμε την πορνεία και όλα τα πάθη στα οποία ζήσαμε πριν γνωρίσουμε τον Χριστό; Επειδή, με το Βάπτισμα μεν τα έχουμε αποκηρύξει ως έργα του σκότους, ωστόσο ο κίνδυνος να πέσουμε σε αυτά παραμένει πάντοτε ορατός. Και το πιο επικίνδυνο από τα πάθη αυτά, είναι η πλεονεξία, η οποία ισοδυναμεί με ειδωλολατρεία. Πλεονεξία είναι να επιζητούμε κάτι παραπάνω από αυτό που μάς έχει δοθεί. Από πλεονεξία έφαγε ο Αδάμ τον καρπό του ξύλου της γνώσεως, γιατί δεν του αρκούσε η κοινωνία με τον Θεό, αλλά ήθελε να γίνει θεός. Η πλεονεξία γεννά την πορνεία, την απάτη, την υποκρισία, την κατάκριση, την οργή, το ψεύδος, τη φιλαργυρία, την κολακεία, τους πολέμους και όλες τις αδικίες. Η πλεονεξία, κατά συνέπεια, κάνει τον άνθρωπο δούλο των δικών του επιθυμιών, των υλικών αγαθών, των απολαύσεων.
Για να μη πέσουμε, λοιπόν, στα πάθη, ο απόστολος Παύλος μάς συμβουλεύει να προσέχουμε τη γλώσσα μας, δηλαδή να απέχουμε από την οργή, τον θυμό, την κακία, το ψεύδος, τη βλασφημία και την αισχρολογία, τα οποία μολύνουν τον λογισμό μας και σκοτίζουν την ψυχή και στη συνέχεια, ανοίγουν τη θύρα δια της οποίας εισέρχονται και οι υπόλοιπες αμαρτίες. Ας μη θεωρήσουμε, επομένως, ότι αυτές οι πτώσεις είναι ελαφρύτερες από εκείνες που ανέφερε πρώτες. Γιατί, οι μεν πρώτες, επειδή κατακρίνονται ακόμα και από τους μη χριστιανούς, συναντούν μεγαλύτερη αντίσταση στη συνείδησή μας· ενώ ετούτες υπεισέρχονται αθόρυβα και σχεδόν χωρίς αντίσταση, διαβρώνοντας σαν το σαράκι την καρδιά μας.
Γι’ αυτό και λέει, να μη ψευδόμαστε μεταξύ μας, δηλαδή να μην απατάμε, ούτε τη συνείδησή μας, ούτε τους άλλους ανθρώπους, ότι τάχα είμαστε καλοί χριστιανοί, ενώ μέσα μας εμφωλεύουν αμαρτήματα, τα οποία συγχωρούμε στον εαυτό μας, ή τα θεωρούμε και ως φυσιολογικές καταστάσεις, όπως είναι ο θυμός, το κρίνειν τους άλλους, η πλεονεξία, η υποκρισία και τα όμοια.
Και ποια είναι η θεραπεία; Η επίγνωση της ιδιότητάς μας ως χριστιανών, που σημαίνει ότι έχουμε αποκηρύξει τον παλαιό άνθρωπο και τις πράξεις αυτού, δηλαδή την προαίρεση, η οποία είναι αντίθετη προς το θέλημα του Θεού και οδηγεί στην αμαρτία· και αντί του παλαιού ανθρώπου έχουμε ενδυθεί τον νέο άνθρωπο, δηλαδή τον ίδιο τον Χριστό, ο οποίος ανακαινίζει διαρκώς όλη μας την ύπαρξη. Εάν, επομένως, έχουμε επίγνωση της σημασίας αυτής της πνευματικής ανάστασης και αναγέννησης, η οποία δεν είναι άλλη από την πορεία μας από το κατ’ εικόνα Θεού στο καθ’ ομοίωσιν, τότε όλοι οι άνθρωποι, αδιακρίτως, είναι Χριστός και όλα είναι Χριστός. Τότε, πλημμυρίζουμε από τα δώρα της χάριτος του Θεού, δηλαδή από αρετές, τις οποίες απαριθμεί ο Απόστολος στη συνέχεια της σημερινής περικοπής. Και αυτές είναι: η φιλευσπλαχνία, η χρηστότητα, η ταπεινοφροσύνη, η πραότητα, η μακροθυμία, η συγχώρεση, και πάνω απ’ όλα η αγάπη, η οποία είναι ο σύνδεσμος της τελειότητας που γεμίζει τις καρδιές μας με την ειρήνη του Θεού.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Φ.Ν.Θ.