Θέμα έντονων προβληματισμών και ανησυχιών στη διάρκεια του
μεσοπολέμου σε ορισμένες δυτικοευρωπαϊκές χώρες με «πρώιμη» εμφάνιση των μηχανισμών της δημογραφικής μετάβασης,
η δημογραφική γήρανση (η συνεχής δηλαδή αύξηση της
αναλογίας των ηλικιωμένων στον πληθυσμό) αναδύεται ως ένα από τα κύρια θέματα προβληματισμού σε όλες
πλέον τις ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη μας. Ένα δημογραφικό
φαινόμενο αναδιάρθρωσης των δομών του πληθυσμού κατά ηλικία ανάγεται έτσι προοδευτικά σε ένα από τα βασικότερα προβλήματα (ως
πρόβλημα» οικονομίας και κοινωνικής οργάνωσης), που καλούνται να επιλύσουν οι ανεπτυγμένες κοινωνίες μας στη
διάρκεια του πρώτου μισού του αιώνα μας.
Στο άρθρο αυτό, εκθέτουμε την εξέλιξη της δημογραφικής γήρανσης στην Ελλάδα ως και τους κύριους
παράγοντες (πτώση της γονιμότητάς, αύξηση του προσδόκιμου ζωής) που οδήγησαν στην
αύξηση του πλήθους και της αναλογίας των ηλικιωμένων στο συνολικό πληθυσμό. Εξετάζουμε στη συνέχεια την μη αναστρέψιμη πορεία της γήρανσης τις επόμενες δύο δεκαετίες στη βάση ενός σχετικά απαισιόδοξου σεναρίου που δίδει για το 2040 σε σχέση με
σήμερα αύξηση
των 65 ετών και άνω κατά 450 χιλ. και μείωση των 20-64 ετών κατά 1 εκατομμύριο και των 0-19 ετών κατά 450 χιλιάδες. Οι εξελίξεις αυτές θα οδηγήσουν
προφανώς και σε μια αύξηση του δημογραφικού λόγου 65+/20-64 ετών, καθώς το 2040 θα αντιστοιχούν πιθανότατα 2 άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω σε 100 άτομα 20-64 ετών, έναντι 37 το 2018.
Παρουσιάζουμε κριτικά την κυρίαρχη προσέγγιση της
δημογραφικής γήρανσης («εμμονή στην περιγραφή του μέλλοντος στο πλαίσιο ενός στατικού μοντέλου ανάλυσης») και τις
προβληματικές ταυτίσεις των δημογραφικών με τους οικονομικούς δείκτες.
Εξετάζουμε, παρόλα αυτά, υιοθετώντας μερικώς την προαναφερθείσα προβληματική
προσέγγιση, τους σχετιζόμενους άμεσα με τους δημογραφικούς οικονομικούς δείκτες, και ειδικότερα τον δείκτη εργαζόμενοι
20-64 ετών / άτομα 65 ετών και άνω το 2018 και το 2040, θέτοντας το ερώτημα : υπό ποιους όρους είναι δυνατόν να έχουμε την ίδια περίπου
αναλογία σήμερα (62,5 εργαζόμενοι 20-64 ετών για 100 άτομα 65 ετών και άνω) και το 2040. Η απάντηση στο τιθέμενο ερώτημα είναι σαφής : εάν το 2040 η συμμετοχή των 20-64 ετών στον οικονομικά ενεργό πληθυσμού αυξηθεί στα επίπεδα που είναι σήμερα στην Σουηδία (82%) και η ανεργία μειωθεί στο 5,0%, παρ’ όλο που ο πληθυσμός εργάσιμης ηλικίας (δημογραφική
συνιστώσα)θα έχει μειωθεί κατά 1 σχεδόν εκατομμύριο το 2040 θα αντιστοιχούν το έτος αυτό 67,4 άτομα 65 ετών και άνω σε 100 εργαζομένους 20-64 ετών, δηλ. μόλις 5 περισσότερα από ότι το 2018.
Υποστηρίζουμε τέλος ότι η μόνη δυνατή επιλογή παραμένει ο περιορισμός των
παραγόντων που οδηγούν στην κοινωνική γήρανση, γήρανση που εγκυμονεί κινδύνους μεγαλύτερους αυτών που απορρέουν από την αλλαγή των
δημογραφικών δομών.
Θεωρούμε ότι η χειρότερη επιλογή συνίσταται, αναμφισβήτητα, στον εγκλωβισμό
των κοινωνιών μας στις υπάρχουσες δομές και μηχανισμούς λειτουργίας, στους παρόντες μηχανισμούς σύλληψης
και θεώρησης των «προβλημάτων», στην εμμονή στα ισχύοντα συστήματα αφαίρεσης κοινωνικών πόρων και αναδιανομής. Η
καλύτερη πιθανόν συνίσταται στην κατάργηση των ηλικιακών συνόρων, στη δημιουργία πραγματικών εναλλακτικών επιλογών
ανάμεσα στην εργασία, τον ελεύθερο χρόνο και την εκπαίδευση στη διάρκεια των διαδοχικών κύκλων της ζωής, στην κατάργηση
των σινικών τειχών που διαχωρίζουν την ενεργή ζωή από τη μη ενεργή, στην ανάδειξη και αξιοποίηση του τεραστίου
αποθέματος δυνάμεων και πόρων που κατέχουν τα άτομα της αποκαλούμενης ευσχήμως «τρίτης ηλικίας».
Η δημογραφική γήρανση στην Ελλάδα, παρόν και παρελθόν.
Ο πληθυσμός μας μεταπολεμικά αυξήθηκε κατά 3,1 εκατομμύρια.
(7,6 εκατ. το 1951, 10,7 το 2019). Η αύξηση αυτή προήλθε αποκλειστικά από την αύξηση των 15 ετών και άνω, καθώς το πλήθος των 0-14 ετών μειώθηκε κατά 620 χιλιάδες περίπου, ενώ αντιθέτως οι. 15 ετών και άνω αυξήθηκαν κατά 3,7 εκατομμύρια (+67% σε σχέση με το 1951).
Ανάμεσα στο 1951 και το 2019 όμως οι άνω των 65 ετών και οι > 85 ετών αυξήθηκαν πολύ
ταχύτερα από τους 15-64 ετών: το πλήθος της πρώτης ομάδας υπερ-τετραπλασιάσθηκε και το πλήθος των 85+ πολλαπλασιάστηκε επί 12 ενώ οι 15-64 ετών αυξήθηκαν μόνον κατά 38%. Το αποτέλεσμα των πρότερων
μεταβολών ανάμεσα στο 1951 και το 2019 ήταν η γήρανση του πληθυσμού μας που αποτυπώνεται στην δημογραφική μας πυραμίδα, στην αύξηση
της μέσης ηλικίας κατά 14,1 έτη (30,2 το 1951 44,3 σήμερα) και, εν μέρει, και στην αύξηση της μέσης ηλικίας του
πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας (15-64 ετών) που από 35,1 έτη το 1951 ανήλθε στα 41,6 έτη το 2019 (+ 6,5 έτη)
Πίνακες 1 & 2.
Η αύξηση της δημογραφικής γήρανσης στην Ελλάδα, όπως και σε
όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, οφείλεται σε δυο βασικά παράγοντες: στην αύξηση του μέσου όρου ζωής (γήρανση εκ της κορυφής της πυραμίδας) και στην μείωση της γονιμότητας (γήρανση εκ της βάσης της πυραμίδας).
Καθηγητής Δημογραφίας, Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων (ΕΔΚΑ) e-mail:
bkotz@prd.uth.gr