Ο
Βουλευτής Σερρών του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική
Συμμαχία, Λευτέρης Αβραμάκης, με αφορμή
τις ανακοινώσεις κυβερνητικών στελεχών
για το άνοιγμα των σχολείων και τα μέτρα
που πρόκειται να ληφθούν για τη διασφάλιση
της αποτροπής της διασποράς του κορωνοϊού
και ιδίως την υποχρεωτική χρήση μάσκας
για όλους τους μαθητές, δήλωσε:
«Ανακοινώθηκε
πριν λίγες ημέρες από τον Κυβερνητικό
Εκπρόσωπο, Στέλιο Πέτσα, το άνοιγμα των
σχολείων στις 7 Σεπτεμβρίου, απόφαση
που ακολούθησε μετά τη σύσκεψη της
Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας
Υγείας με την παρουσία και της Υπουργού
Παιδείας, Νίκης Κεραμέως. Η Υπουργός
Παιδείας σε συνέντευξη που παραχώρησε
χθες διευκρίνισε μερικούς από τους
όρους για το άνοιγμα των σχολείων
αναφέροντας συγκεκριμένα πως θα είναι
υποχρεωτική η μάσκα για μαθητές και
εκπαιδευτικούς, ενώ αυτή τη φορά δεν θα
εφαρμοστεί η εκ περιτροπής παρουσία
των μαθητών στο σχολείο, γεγονός που
συνεπάγεται τον συνωστισμό 25 – 30 ατόμων
σε μία αίθουσα λίγων τετραγωνικών.
Τόνισε επιπλέον πως οι μάσκες δεν θα
χορηγούνται από το σχολείο δημοσία
δαπάνη, επιβαρύνοντας επιπλέον τους
γονείς με την προμήθειά τους. Ακόμη
ανακοίνωσε πως θα υπάρξουν διευκρινιστικές
οδηγίες για διαλλείμματα, μεταφορά
μαθητών προς το σχολείο, τάξεις στις
οποίες θα είναι υποχρεωτική η χρήση της
μάσκας κ.α.
Από
τα μέχρι τώρα δεδομένα που έχουμε
διαθέσιμα είναι εύκολο να αντιληφθούμε
πως η Κυβέρνηση εγκλωβισμένη στην
επικοινωνιακή της τακτική για την
θεμελίωση ενός success
story
στην αντιμετώπιση της πανδημίας αφήνει
ανεξέλεγκτη μια ωρολογιακή βόμβα που
μπορεί να οδηγήσει σε μία εθνική τραγωδία.
Μετά και τους παντελώς επικίνδυνους
χειρισμούς στον τουρισμό, τους οποίους
φυσικά η τελετή στην Καλντέρα δεν μπορεί
να αποκρύψει, έρχεται άλλη μία κυβερνητική
απόφαση που απειλεί να τινάξει τη δημόσια
υγεία στον αέρα. Το άνοιγμα των σχολείων,
λοιπόν, με βάση τα όσα έχει μέχρι στιγμής
ανακοινώσει η Υπουργός Παιδείας και οι
υπηρεσιακοί φορείς του Υπουργείου
γίνεται σε ένα πλαίσιο που σε καμία
περίπτωση δεν διασφαλίζει την αποτροπή
της διασποράς του ιού, αλλά περισσότερο
δείχνει να την ενθαρρύνει.
Και
αυτό συμβαίνει γιατί αντί η κυβέρνηση
δια της αρμόδιας Υπουργού να ανακοινώσει
ένα σχέδιο το οποίο θα προβλέπει
λιγότερους μαθητές ανά αίθουσα με ότι
αυτό συνεπάγεται για να καταστεί εφικτό
(προσλήψεις εκπαιδευτικών, ολοήμερη
λειτουργεία σχολείων κ.α.) και χορήγηση
των ειδών προστασίας από το ίδιο το
σχολείο, προβαίνει σε ένα άνοιγμα με
συνωστισμό μαθητών στις αίθουσες και
επιβαρύνει με την προμήθεια των ειδών
προστασίας (μάσκες) τον ήδη βαριά
τραυματισμένο λόγω του lockdown
οικογενειακό προϋπολογισμό. Αναλαμβάνει
έτσι ένα δυσανάλογο ρίσκο, το οποίο
θυμίζει περισσότερο χώρους τυχερών
παιγνίων. Πρόκειται αδιαμφισβήτητα,
λοιπόν, για ένα επικίνδυνο μίγμα επιλογών
που μας προκαλεί έντονη ανησυχία για
την αποτελεσματικότητά του. Εάν ασφαλώς
ως επιδιωκόμενο αποτέλεσμα έχει ορίσει
η κυβέρνηση την αποτροπή της διασποράς.
Διατηρώ,
όμως, σαφείς αμφιβολίες για αυτό. Οι
πρώτες ανακοινώσεις δείχνουν πως στόχος
δεν είναι η αποτροπή, αλλά η θεμελίωση
ενός ακόμη fake
success
story
με τη συνδρομή των συμμάχων της λίστας
Πέτσα. Όμως, σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές
όλοι μας έχουμε ανάγκη από ουσιαστικές
πολιτικές πρόληψης και αποσόβησης της
εξάπλωσης. Οι πολιτικές αυτές απαιτούν
χρήματα, όμως είναι σωτήριες για την
κοινωνία. Απαιτούν πολύ περισσότερα
από τα 20 εκατ. της λίστας Πέτσα, όμως θα
διασφαλίσουν ανθρώπινες ζωές κι όχι
απλώς ένα κενό κυβερνητικό αφήγημα. Η
χορήγηση της μάσκας στους μαθητές από
το σχολείο αποτελεί αυτονόητη πρόνοια
σε αυτή τη φάση. Δεν είναι δυνατόν όταν
χορηγείται δωρεάν σε μια σειρά άλλων
κρατικών φορέων της Βουλής συμπεριλαμβανομένης
να μη χορηγείται δωρεάν στα παιδιά που
πηγαίνουν σχολείο και ιδίως σε εκείνα
τα παιδιά που έχουν ανάγκη. Στα πλαίσια
της ισότιμης μεταχείρισης των πολιτών
η μάσκα θα πρέπει να χορηγείται δωρεάν
σε όλους, ειδάλλως οφείλει ο καθένας
από εμάς να επωμιστεί το κόστος. Περαιτέρω,
η πρόσληψη επιπλέον εκπαιδευτικού
προσωπικού, ώστε να «σπάσουν» τα τμήματα
σε μικρότερα πρέπει να αποτελέσει άλλο
ένα μέτρο προς την επιθυμητή κατεύθυνση.
Λύσεις υπάρχουν αρκεί να υπάρχει η
πολιτική βούληση και ένα ξεκάθαρο σχέδιο
υπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος,
προστασίας της δημόσιας υγείας. Μια
πολιτική ουσίας και όχι ένα σόου με
πρωταγωνιστές αυτή της φορά τα παιδιά
μας».