Καταδικάστηκαν πρωτόδικα
στο Γ΄ Μονομελές
Πλημμελειοδικείο Αθηνών σε 6 μήνες φυλάκιση και 10.000
€ χρηματική ποινή έκαστος για παραβίαση του Νόμου περί ασέμνων δημοσιευμάτων (άρθρ. 29 του Ν. 5060/1931) οι έντεκα (11) εκδότες εφημερίδων που το 2006
διέθεταν δωρεάν ως προσφορά μαζί με τα
κυριακάτικα φύλλα τους πολυμορφικούς ψηφιακούς δίσκους (DVD) που περιείχαν ταινίες πορνογραφικού περιεχομένου. Σύμφωνα με το παραπάνω
άρθρο, επιβάλλεται ποινή
φυλάκισης και χρηματική ποινή για όλους όσους προς τον σκοπό εμπορίας ή
διανομής ή δημόσιας έκθεσης παρασκευάζουν και θέτουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο σε
κυκλοφορία, μεταξύ άλλων, άσεμνες κινηματογραφικές ταινίες, όπως επίσης για
όλους όσοι μεταχειρίζονται οιοδήποτε μέσο δημοσιότητας προς διευκόλυνση της
κυκλοφορίας των αυτών άσεμνων αντικειμένων.
Η καταδίκη ήλθε ως αποτέλεσμα της
διαταχθείσας από τον τότε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Σανιδά, επείγουσας
προκαταρκτικής εξετάσεως, μετά από
μηνυτήρια αναφορά της Ένωσης Προστασίας Καταναλωτών Σερρών (Ε.Π.ΚΑ.Σ.)
και άλλων τριών καταναλωτικών οργανώσεων, αναφορικά με το τότε (2006)
διαπιστωθέν φαινόμενο, πολλές εφημερίδες να διακινούν ως δώρο-προσφορά
πορνογραφικά DVD, για να τονώσουν την κυκλοφορία τους,
κατά παράβαση του νόμου που απαγορεύει τη διάθεση, διακίνηση .
Μετά το πέρας της διενεργηθείσας
προκαταρκτικής εξετάσεως, ασκήθηκε ποινική δίωξη από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών
Αθηνών κ. Καραφλό εναντίον όλων εκείνων των εκδοτών εφημερίδων που προέβαιναν
στη διακίνηση αυτή. Μετά από αλλεπάλληλες αναβολές, τελικά, στις 29.9.2011
δικάστηκε και καταδικάστηκε η διακίνηση πορνογραφικών ταινιών μέσω εφημερίδων.
Ακόμη και η μέσω των εφημερίδων
διαφήμιση πορνογραφικών βίντεο για κινητά κρίθηκε ότι είναι παράνομη και ποινικά κολάσιμη.
Η συνέχεια θα δοθεί στο Τριμελές Πλημμελειοδικών Αθηνών όπου θα εκδικασθεί η έφεση των πρωτοδίκως
καταδικασθέντων.
Υπενθυμίζεται,
τέλος, ότι ο Συνήγορος του Καταναλωτή με
την από 25 Απριλίου 2007 και με Αρ. πρωτ.: 926 Σύστασή του, που εξέδωσε μετά
από καταγγελία της ΕΠΚΑΣ, έκρινε ως
ιδιαιτέρως αθέμιτη η πρακτική της χρήσης ενός ενημερωτικού εντύπου ευρείας
κατανάλωσης, όπως είναι οι εφημερίδες, ως μέσου για τη διακίνηση τέτοιου
άσεμνου υλικού, με δεδομένο μάλιστα ότι τέτοια διακίνηση δεν υπηρετεί ούτε
συνάδει με τον εξ αντικειμένου σκοπό μιας εφημερίδας να παράσχει με χρηστό
τρόπο και σε καθημερινή βάση ειδησεογραφικού περιεχομένου πληροφόρηση στους
πολίτες. Αντιθέτως, αυτή η πρακτική απαξιώνει τον Τύπο και μετατρέπει την
πνευματική εργασία των επαγγελματιών δημοσιογράφων σε συνοδευτικό υλικό πώλησης
ταινιών ευτελούς αξίας και περιεχομένου.
Σε κάθε
περίπτωση, η πρόσκληση για αγορά εντύπου με δέλεαρ ψηφιακούς δίσκους με επιβλαβές περιεχόμενο, ήτοι με
πορνογραφικό υλικό, συνιστά εν όλω αθέμιτη εμπορική πρακτική σε βάρος ιδίως των
ανηλίκων καταναλωτών, οι οποίοι εύκολα παρασύρονται από την προσφορά δώρων, την
καταλληλότητα του περιεχομένου των οποίων για την ηλικία τους δεν είναι πάντοτε
σε θέση να αποτιμήσουν με τα προσήκοντα για την κάθε περίπτωση γνωστικά,
κοινωνικά ή αισθητικά κριτήρια και με τον τρόπο που ένας ενήλικας θα μπορούσε
ασφαλέστερα να κάνει αξιοποιώντας την εμπειρία, τη γνώση και την κριτική του
αντίληψη.
Η παράνομη
συμπεριφορά τόσο των υπευθύνων κυκλοφορίας όσο και των πωλητών των εφημερίδων,
οι οποίοι δεν δείχνουν να προβαίνουν σε ενδεδειγμένες ενέργειες για την
προστασία των ανηλίκων από τη θέα του άσεμνου υλικού για προφανείς
κερδοσκοπικούς σκοπούς, θίγει, εκτός των άλλων, το απόλυτο δικαίωμα των γονιών
στην άσκηση της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας των παιδιών τους και τους
προκαλεί ηθική βλάβη, με δεδομένο ότι η επιμέλεια των ανήλικων τέκνων
εναπόκειται αποκλειστικά σε αυτούς, δίχως να χωρεί υποκατάστασή τους ως φορέων
άσκησης του συγκεκριμένου δικαιώματος, με σκοπό την ανάπτυξη της προσωπικότητάς
τους (βλέπε σχετικά και το άρθρο 18 της κυρωθείσας στην Ελλάδα με τον
ν.2101/1992, ΦΕΚ Α’ 192, Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού).