ant1online
Στα 20 εκατ. ευρώ τίθεται ο πήχης των ακαθάριστων εσόδων για τις επιχειρήσεις που θα θελήσουν να υπαχθούν στις διατάξεις της περαίωσης εκκρεμών υποθέσεων έως τις 31-12-2009.
Το υπουργείο Οικονομικών έστειλε στους ενδιαφερόμενους φορείς το προσχέδιο νόμου για την περαίωση, καλώντας τους να υποβάλλουν τις προτάσεις του και εμφανίζεται ανοιχτό σε αλλαγές έως την κατάθεση του νομοσχεδίου την ερχόμενη εβδομάδα.
Στο πλαίσιο που κατεβάζει το υπουργείο Οικονομικών, τα ελάχιστα ποσά φόρου κυμαίνονται από 400 έως 1.000 για κάθε χρήση που περαιώνεται ανάλογα με την κατηγορία των βιβλίων, καθιερώνονται συντελεστές προοδευτικότητας ανάλογα με το επάγγελμα και το ύψος των ακαθάριστων εσόδων.
Σε περίπτωση εφάπαξ εξόφλησης του φόρου παρέχεται έκπτωση 10%, με την αποδοχή της ρύθμισης ο φορολογούμενους πληρώνει προκαταβολή 25% ενώ ο αριθμός των δόσεων φτάνει τις 12 κάθε μία εκ των οποίων δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη των 500 ευρώ.
Παράλληλα με την περαίωση το υπουργείο Οικονομικών προχωρά σε ρύθμιση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων στα δικαστήρια αλλά και σε ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών που έχουν βεβαιωθεί στις εφορίες έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2010. Οι δόσεις για τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών μπορούν να φτάσουν έως και τις 45 οπότε διαγράφεται το 70% των προσαυξήσεων. Αν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές εξοφληθούν εφάπαξ, ο φορολογούμενος κερδίζει διαγραφή του 100% των προσαυξήσεων.
Αναλυτικά, σύμφωνα με το προσχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών, στην περαίωση υπάγονται οι εκκρεμείς υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των λοιπών φορολογικών αντικειμένων επιτηδευματιών, οι οποίες αφορούν διαχειριστικές περιόδους που έκλεισαν μέχρι τις 31.12.2009.
Εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται εκείνες στις οποίες, μέχρι την κατάθεση του σχεδίου νόμου:
α) Δεν έχει αρχίσει ο έλεγχος.
β) Έχει αρχίσει ο έλεγχος αλλά δεν έχει περαιωθεί.
γ) Έχει εκδοθεί Φύλλο Ελέγχου ή Πράξη αποτελεσμάτων αλλά δεν έχει οριστικοποιηθεί.
δ) Εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια και δεν έχουν συζητηθεί σε α΄ συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο.
ε) Περαιωμένες υποθέσεις για τις οποίες μέχρι 31.8.2010:
αα) Έχουν μετά τον έλεγχο, εκδοθεί συμπληρωματικά φύλλα ελέγχου ή πράξεις προσδιορισμού αποτελεσμάτων ή Φ.Π.Α. τα οποία είτε δεν έχουν οριστικοποιηθεί, είτε εκκρεμούν ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και δεν έχουν συζητηθεί σε α’ συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ή
ββ) Έχουν εκδοθεί αποφάσεις Επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. για συμπληρωματικά στοιχεία με βάση τα οποία δεν έχει διενεργηθεί ακόμη έλεγχος στις λοιπές φορολογίες.
Αντίθετα εξαιρούνται:
Δεν θα υπαχθούν στις ρυθμίσεις του νόμου ακόμη και αν είναι εκκρεμείς, οι ακόλουθες κατηγορίες υποθέσεων:
α) Οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί μέχρι 31 Αυγούστου 2010 εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φόρου εισοδήματος ή εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. για κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις καθώς και οι επόμενες αυτής.
β) Οι υποθέσεις φυσικών προσώπων με εισόδημα από γεωργικές επιχειρήσεις για τις οποίες δεν έχουν τηρηθεί βιβλία και μόνο όσον αφορά τα εισοδήματα αυτά.
γ) Οι υποθέσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί συμπληρωματική δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2753/1999, με εξαίρεση τις ανέλεγκτες προηγούμενες ή επόμενες χρήσεις αυτών.
δ) Από κάθε υπόθεση, η ανέλεγκτη χρήση στην οποία τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα είναι μεγαλύτερα του ποσού των (ενδεικτικά): είκοσι εκατομμυρίων (20.000.000) ευρώ και όλες οι επόμενες αυτής χρήσεις.
ε) Οι ανέλεγκτες υποθέσεις για τις οποίες υπάρχουν κατασχεμένα ανεπίσημα βιβλία ή στοιχεία, εκτός αν αυτά έχουν τύχει επεξεργασίας και έχουν εκδοθεί πράξεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ.
στ) Οι υποθέσεις φορολογίας πλοίων, ακίνητης περιουσίας, μεγάλης ακίνητης περιουσίας, μεταβίβασης ακινήτων και κληρονομιών - δωρεών - προικών - γονικών παροχών.
ζ) Οι υποθέσεις που αφορούν επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών.
η) Οι υποθέσεις που αφορούν επιχειρήσεις για τον έλεγχο των οποίων έχουν συγκροτηθεί Ειδικά Συνεργεία Ελέγχου του άρθρου 39 του ν. 1914/1990.
θ) Οι υποθέσεις επιτηδευματιών φυσικών προσώπων τα οποία με βάση τα στοιχεία του περιουσιολογίου έτους 2008 υπάγονται σε Φορολόγηση Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ).
Πώς θα γίνει η ρύθμιση
Η ρύθμιση των ανέλεγκτων υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων, θα γίνει με τους πιο κάτω όρους και προϋποθέσεις:
1. Η ρύθμιση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήματος πραγματοποιείται με τη βεβαίωση φόρου επιπλέον εκείνου που τυχόν βεβαιώθηκε με βάση τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος που υποβλήθηκε. Ο επιπλέον αυτός φόρος υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των επόμενων παραγράφων.
2. Ρυθμίζεται υποχρεωτικά, η πρώτη κατά σειρά ανέλεγκτη και οι συνεχόμενες με αυτή ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στις ρυθμίσεις του νόμου. Υπό την επιφύλαξη να είναι συνεχόμενες και να περιλαμβάνεται η πρώτη ανέλεγκτη χρήση, επιτρέπεται η ρύθμιση ορισμένων μόνο χρήσεων.
3. Με την ρύθμιση των ανέλεγκτων υποθέσεων φόρου εισοδήματος και λοιπών φορολογιών, ρυθμίζονται υποχρεωτικά και οι εκκρεμείς Πράξεις Προστίμου Κ.Β.Σ. καθώς και τα εκκρεμή προσωρινά φύλλου ελέγχου ή πράξεις που αφορούν τις υποθέσεις αυτές.
4. Ο ενδιαφερόμενος αποδέχεται τη βεβαίωση και καταβολή της συνολικής οφειλής φόρου που προκύπτει από το ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ, χωρίς να συμψηφίζεται ή να εκπίπτεται ο φόρος που βεβαιώθηκε με βάση τις οικείες δηλώσεις που έχουν υποβληθεί.
5. Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται στο Δημόσιο κατ' εφαρμογή της ρύθμισης, δεν αναζητούνται, ούτε συμψηφίζονται.
Οι συντελεστές
1. Το ποσό του επιπλέον φόρου υπολογίζεται ως εξής: τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται με συντελεστή (Ενδεικτικά): δύο τοις εκατό (2%) για όλα τα επαγγέλματα, με εξαίρεση τα παρακάτω για τα οποία τα δηλούμενα ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται ως εξής:
α) με συντελεστή (ενδεικτικά): επτά τοις χιλίοις (7‰)
Κ.Α. 4214: έμπορος(πρατήριο) Βενζίνης και πετρελαίου
Κ.Α. 5402: πρατήριο χονδρικής πωλήσεως προϊόντων καπνοβιομηχανίας.
Κ.Α. 5402: έμπορος προϊόντων καπνοβιομηχανίας χονδρικώς,
β) με συντελεστή (ενδεικτικά): δώδεκα τοις χιλίοις (12‰)
Κ.Α. 4235: έμπορος πετρελαίου θέρμανσης διανομή κατ΄ οίκον.
Το ποσό που προκύπτει πολλαπλασιάζεται με συντελεστή προοδευτικότητας ανάλογα με τα ακαθάριστα έσοδα, ως εξής:
Για ακαθάριστα έσοδα μέχρι 150.000 ευρώ: Σ.Π.= 1
Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 150.000 έως και 300.000 ευρώ: Σ.Π.= 1,05
Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 300.000 έως και 600.000 ευρώ : Σ.Π.= 1,10
Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 600.000 έως και 1.200.00 ευρώ: Σ.Π.= 1,15
Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 1.200.000 έως και 3.000.000 ευρώ: Σ.Π. =1,20
Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 3.000.000 έως και 6.000.000 ευρώ: Σ.Π.= 1,25
Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 6.000.000 έως και 9.000.000 ευρώ: Σ.Π.= 1,30
Για ακαθάριστα έσοδα πάνω από 9.000.000 ευρώ: Σ.Π. =1,35
Στο τελικό ποσό που προκύπτει από τους ως άνω υπολογισμούς επιβάλλεται φόρος με συντελεστή (ενδεικτικά): είκοσι τοις εκατό (20%) εκτός από τις Α.Ε. και Ε.ΠΕ. όπου επιβάλλεται φόρος με συντελεστή (ενδεικτικά): είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
2. Εάν από τον παραπάνω υπολογισμό δεν προκύπτει φόρος ή προκύπτει:
α) Ποσό μικρότερο από (ενδεικτικά): τετρακόσια (400) ευρώ για επιτηδευματία που δεν τήρησε βιβλία ή τήρησε βιβλία πρώτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα (ενδεικτικά): τετρακόσια (400) ευρώ.
β) Ποσό μικρότερο από (ενδεικτικά): επτακόσια (700) ευρώ για κάθε επιτηδευματία που τήρησε βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα (ενδεικτικά): επτακόσια (700) ευρώ.
γ) Ποσό μικρότερο από (ενδεικτικά): χίλια (1000) ευρώ, προκειμένου για επιτηδευματία που τήρησε βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το ποσό του βεβαιωτέου φόρου ορίζεται στα (ενδεικτικά): χίλια (1000) ευρώ.
3. Για τον υπολογισμό του ποσού του βεβαιωτέου φόρου, στην περίπτωση που υπάρχει Απόφαση Επιβολής Προστίμου Κ.Β.Σ., το ποσό της τυχόν αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης πολλαπλασιαζόμενο με συντελεστή 15% προστίθεται στο ποσό που προκύπτει, από τον πολλαπλασιασμό των δηλωθέντων ακαθάριστων εσόδων με τους συντελεστές της παρ. 1, και επί του αθροίσματος επιβάλλεται φόρος με συντελεστή 20 ή 25%, (ενδεικτικός συντελεστής) ανάλογα με την περίπτωση, το προκύπτον δε ποσό προσαυξάνεται ως εξής:
α) Στην περίπτωση ύπαρξης παραβάσεων της παραγράφου Γ3 (Παραβάσεις του Κ.Β.Σ.), κατά είκοσι τοις εκατό (20%).
β) Στην περίπτωση ύπαρξης αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης κατά την έννοια των περιπτώσεων α΄και β΄ της παραγράφου Γ3 (Παράλειψη έκδοσης ή λήψης ή ανακριβής έκδοση ή λήψη φορολογικού στοιχείου) κατά σαράντα τοις εκατό (40%).
γ) Στην περίπτωση ύπαρξης αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης κατά την έννοια της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου Γ2 (Πλαστά ή εικονικά ή νοθευμένα στοιχεία) του άρθρου 2 του παρόντος κατά εξήντα τοις εκατό (60%).
4. Για την εφαρμογή των προηγούμενων περιπτώσεων λαμβάνονται υπόψη οι παραβάσεις του Κ.Β.Σ. οι οποίες:
α) έχουν οριστικοποιηθεί,
β) εκκρεμούν για διοικητική επίλυση της διαφοράς στη Δ.Ο.Υ. ή στα Διοικητικά Δικαστήρια και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου,
5. Η ζημιά που τυχόν περιλαμβάνεται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του τελευταίου ρυθμιζόμενου οικονομικού έτους δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό με τα θετικά εισοδήματα των επόμενων ετών.
6. Σε περιπτώσεις εκκρεμών προσωρινών φύλλων ελέγχου ή πράξεων προσδιορισμού του φόρου, τα φύλλα ή οι πράξεις αυτές ρυθμίζονται με διαγραφή των πρόσθετων φόρων.
7. Η ρύθμιση καθεμιάς ανέλεγκτης υπόθεσης φορολογίας εισοδήματος συνεπάγεται αυτοδίκαια και την ρύθμιση ως ειλικρινών των ανέλεγκτων υποθέσεων των λοιπών φορολογικών αντικειμένων με την επιφύλαξη των οριζομένων στις επόμενες παραγράφους:
α) Εάν σε κάποια από τις ανέλεγκτες χρήσεις υφίσταται αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή τα δεδομένα των υποβληθεισών σχετικών δηλώσεων εμφανίζουν διαφορές σε σχέση με τα αντίστοιχα δεδομένα της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και των εντύπων που τη συνοδεύουν, επί των επί πλέον ακαθάριστων εσόδων υπολογίζεται Φ.Π.Α., με την εφαρμογή ως συντελεστή αυτού που προβλέπεται για την κύρια δηλωθείσα δραστηριότητα προσαυξημένου (ενδεικτικά): κατά τριάντα τοις εκατό (30%).
β) Για τις ρυθμιζόμενες σύμφωνα με το νόμο υποθέσεις δεν υπάρχει η δυνατότητα επιστροφής τυχόν πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. που αφορά τα ρυθμιζόμενα έτη, ούτε μεταφοράς του τυχόν πιστωτικού υπολοίπου του τελευταίου ρυθμιζόμενου έτους για συμψηφισμό στο επόμενο έτος.
γ) Σε περιπτώσεις εκκρεμών προσωρινών πράξεων προσδιορισμού του φόρου, οι πράξεις αυτές ρυθμίζονται με διαγραφή των πρόσθετων φόρων.
δ) Στην περίπτωση που διαπιστώνεται ή μη υποβολή των σχετικών δηλώσεων ή υπάρχουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. κάθε είδους επιβαρυντικά στοιχεία διενεργείται έλεγχος με βάση τις κείμενες διατάξεις.
ε) Οι πράξεις επιβολής προστίμου Κ.Β.Σ. που αφορούν τις ρυθμιζόμενες ανέλεγκτες υποθέσεις και εκκρεμούν στη Δ.Ο.Υ. ή ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων και δεν έχουν συζητηθεί στο ακροατήριο του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, ρυθμίζονται με περιορισμό στο ένα πέμπτο (1/5) του επιβληθέντος σχετικού προστίμου κατά τις ειδικότερες διακρίσεις και προβλέψεις της παρ.Ζ1 και 2.
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ
1. Για την ρύθμιση των ανέλεγκτων υποθέσεων, η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομικών θα εκδώσει Εκκαθαριστικό Σημείωμα για κάθε ανέλεγκτη υπόθεση που, με βάση τα στοιχεία των βάσεων δεδομένων που διαθέτει, υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του νόμου και το οποίο για καθεμία υπόθεση θα περιέχει και τα ακόλουθα στοιχεία:
α) την αρμόδια για την, κατά οικονομικό έτος, Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του επιτηδευματία και τον κωδικό αυτής,
β) τα ανέλεγκτα οικονομικά έτη,
γ) τη νομική μορφή του επιτηδευματία και την κατηγορία βιβλίων Κ.Β.Σ.,
δ) τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα,
ε) την αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή άλλη παράβαση Κ.Β.Σ. από τις ανωτέρω υπό στοιχ.
στ) το συντελεστή Φ.Π.Α. της κύριας δηλωθείσας δραστηριότητας,
ζ) το συντελεστή του φόρου της ρύθμισης,
η) το ποσό του φόρου της ρύθμισης,
θ) τη διαφορά του Φ.Π.Α. με βάση την αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη ή την εμφανιζόμενη διαφορά μεταξύ των δεδομένων των δηλώσεων Φ.Π.Α. και των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και των εντύπων που τις συνοδεύουν,
ι) το, βάσει της ρύθμισης, ποσό προστίμου Κ.Β.Σ. κατά τα οριζόμενα ανωτέρω υπό στοιχ…Ε7ε
ια) το σύνολο του φόρου της ρύθμισης κατά χρήση και το σύνολο της οφειλής,
ιβ) το ποσοστό (ενδεικτικά): είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της συνολικής οφειλής που πρέπει να καταβληθεί το αργότερο μέχρι 12.11.2010 για να γίνει αποδεκτό το Εκκαθαριστικό Σημείωμα και να ενταχθεί φορολογική υπόθεση στις ρυθμίσεις του νόμου.
2. Ένα αντίτυπο του Εκκαθαριστικού Σημειώματος αποστέλλεται ταχυδρομικώς με επιστολή στον επιτηδευματία που αφορά και ένα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος του επιτηδευματία ή σε κάθε αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος αν αυτές είναι περισσότερες από μια.
3. Ο επιτηδευματίας, εφόσον επιθυμεί να ρυθμίσει τις ανέλεγκτες υποθέσεις του, καταβάλλει το (ενδεικτικά) είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του ποσού της συνολικής οφειλής που αναγράφεται στο Εκκαθαριστικό Σημείωμα. Η καταβολή από τον επιτηδευματία του αναφερόμενου στο προηγούμενο εδάφιο ποσού, συνεπάγεται την ανεπιφύλακτη και αμετάκλητη αποδοχή του περιεχομένου του Εκκαθαριστικού Σημειώματος, και την ρύθμιση των παραπάνω υποθέσεων του, η οποία και επέρχεται με την εν λόγω καταβολή με την ολοσχερή εξόφληση. Η κατά τα παραπάνω καταβολή δεν μπορεί να γίνει πέραν της 12ης Νοεμβρίου. Μετά την παρέλευση της προαναφερόμενης προθεσμίας δεν θα υπάρχει πλέον δυνατότητα ρύθμισης.
4. Η αποδοχή από τον επιτηδευματία του Εκκαθαριστικού Σημειώματος θα συνεπάγεται την αυτόματη ρύθμιση όλων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α. καθώς και όλων των λοιπών φορολογικών αντικειμένων που αφορούν τις οικείες χρήσεις και θα επιφέρει όλα τα αποτελέσματα της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, τα δε καταβληθέντα στο Δημόσιο χρηματικά ποσά κατ' εφαρμογή της ρύθμισης αυτής δεν θα μπορούν να αναζητούνται. {Κατ' εξαίρεση των αναφερόμενων στο προηγούμενο εδάφιο, σε περίπτωση που μετά την κατά τα ανωτέρω ρύθμιση περιέλθουν σε γνώση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. νέα – συμπληρωματικά στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994) και της παραγράφου 3 του άρθρου με τον Κώδικα Φ.Π.Α. (ν.2859/2000), εκδίδεται βάσει αυτών συμπληρωματικό φύλλο ελέγχου ή πράξη και συμψηφίζεται ο βεβαιωθείς φόρος εισοδήματος και Φ.Π.Α.}
5. Το Εκκαθαριστικό Σημείωμα αμέσως μετά την αποδοχή του κατά τα ανωτέρω, καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο, στο οποίο αναγράφονται ο αύξων αριθμός, το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του επιτηδευματία, ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), το επάγγελμα, η διεύθυνσή του, τα ρυθμιζόμενα οικονομικά έτη και τα ποσά των φόρων ανά Κωδικό Αριθμό.
6. Ο φόρος εισοδήματος, o Φ.Π.Α. και τα πρόστιμα του Κ.Β.Σ., που προκύπτουν από το Εκκαθαριστικό Σημείωμα, βεβαιώνονται στο όνομα του υπόχρεου.
7. Η βεβαίωση ενεργείται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. που κατά το χρόνο έκδοσης του Εκκαθαριστικού Σημειώματος είναι αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του επιτηδευματία για το σύνολο της οφειλής που προκύπτει από αυτό.
8. Για τη βεβαίωση των οφειλόμενων ποσών ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. συντάσσει χρηματικό κατάλογο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
9. Τα υπόλοιπα ποσά φόρου εισοδήματος, του Φ.Π.Α. και του προστίμου του Κ.Β.Σ. που περιλαμβάνονται στο Ειδικό Εκκαθαριστικό Σημείωμα και αφορούν τις ρυθμιζόμενες ανέλεγκτες υποθέσεις του επιτηδευματία, καταβάλλονται ως ακολούθως:
α) Αν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, σε (ενδεικτικά): τέσσερεις (4), κατ’ ανώτατο όριο, ίσες μηνιαίες δόσεις και χωρίς το ποσό της κάθε δόσης να υπολείπεται των πεντακοσίων (500) ευρώ.
β) Άν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι πάνω από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ και μέχρι είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σε (ενδεικτικά): έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις.
γ) Άν το ποσό της αρχικής συνολικής οφειλής, είναι πάνω από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, σε (ενδεικτικά): δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις.
10. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον εντός του οποίου το Εκκαθαριστικό Σημείωμα έγινε αποδεκτό και το αργότερο μέχρι 12.11.2010 και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται σχετική ειδοποίηση του υπόχρεου.
11. Σε περίπτωση που ολόκληρο το οφειλόμενο κατά τα ανωτέρω ποσό καταβληθεί μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%).
Η ρύθμιση για τις εκκρεμείς υποθέσεις στα δικαστήρια
1. Κάθε εκκρεμής ελεγμένη (με τακτικό έλεγχο) υπόθεση η οποία:
α) είτε εκκρεμεί στο πρωτοβάθμιο διοικητικό δικαστήριο,
β) είτε έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου, με την οποία ακυρώθηκε η πράξη της φορολογικής αρχής για τυπικό λόγο,
ρυθμίζεται οριστικά με την καταβολή του κυρίου φόρου (χωρίς πρόσθετους φόρους ή προσαυξήσεις) και αν πρόκειται για πρόστιμο, με την καταβολή του 1/5 του προστίμου.
γ) Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου με την οποία απορρίπτεται η προσφυγή εν όλω ή εν μέρει, και έχει ασκηθεί από τον φορολογούμενο εμπρόθεσμη έφεση, η υπόθεση ρυθμίζεται οριστικά με την καταβολή του κυρίου φόρου κατά το μέρος που απορρίφθηκε με την προσφυγή, προσαυξημένου κατά 20%. Αν η υπόθεση αφορά πρόστιμο, ρυθμίζεται με την καταβολή του ¼ του προστίμου.
2. Αν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου διοικητικού δικαστηρίου με την οποία γίνεται δεκτή εν όλω ή εν μέρει η προσφυγή για λόγους ουσίας έχει ασκηθεί από το Δημόσιο έφεση και η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί σε α’ συζήτηση στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, η υπόθεση περαιώνεται με την καταβολή του 25% του ποσού για το οποίο έγινε δεκτή η προσφυγή.
3. Οι υποθέσεις της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου Α περαιώνονται με τον περιορισμό στο ογδόντα τοις εκατό (80%) του αρχικά επιβληθέντος προστίμου Κ.Β.Σ., εξαντλούμενης κάθε περαιτέρω φορολογικής υποχρέωσης για τις υποθέσεις αυτές ως προς τα συμπληρωματικά στοιχεία που αφορά το εν λόγω πρόστιμο.
4. Οι εκκρεμείς ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων υποθέσεις θα ρυθμιστούν με υποβολή σχετικής αιτήσεως με όλα τα σχετικά στοιχεία στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός προθεσμίας ενός μηνός από την ψήφιση του νόμου. Για την προκαταβολή και τις δόσεις θα ισχύουν τα ίδια με τις ανέλεγκτες υποθέσεις. Η καταβολή της προκαταβολής πρέπει να γίνει μέχρι 12 Νοεμβρίου 2010.
Η ρύθμιση για τα ληξιπρόθεσμα
1. Χρέη προς το Δημόσιο, που έχουν βεβαιωθεί κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) μέχρι 30η Σεπτεμβρίου 2010 στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και τα Τελωνεία, καθώς και χρέη υπέρ τρίτων που εισπράττονται μέσω των Δ.Ο.Υ. ρυθμίζονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, που υποβάλλεται μέχρι 31η Οκτωβρίου 2010 στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο που είναι βεβαιωμένα και καταβάλλονται ως ακολούθως:
1.1. εφάπαξ με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) και έκπτωση από τυχόν πρόσθετους φόρους ή πρόσθετα τέλη που συμβεβαιώθηκαν με την κύρια οφειλή από το έτος 2007 και μετά, κατά ποσοστό, που διαφοροποιείται, ανάλογα με το έτος βεβαίωσης :
1.1.1. όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2007 κατά ποσοστό δέκα στα εκατό (10%)
1.1.2. όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2008 κατά ποσοστό είκοσι στα εκατό (20%)
1.1.3. όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2009 κατά ποσοστό τριάντα στα εκατό (30%)
1.1.4. όσα βεβαιώθηκαν εντός του 2010 κατά ποσοστό σαράντα στα εκατό (40%)
1.3 σε δύο (2) έως τρεις (3) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%) και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης τριακόσια (300) ευρώ.
1.4 σε τέσσερις (4) έως (12) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ενενήντα τοις εκατό (90%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης πεντακόσια (500) ευρώ.
1.4. σε δεκατρείς (13) έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού ογδόντα τοις εκατό (80%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης πεντακόσια (500) ευρώ.
1.5. σε είκοσι πέντε (25) έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή ποσοστού εβδομήντα τοις εκατό (70%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης χίλια (1.000) ευρώ.
1.6. σε τριάντα επτά (37) έως σαράντα σαράντα πέντε (45) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής και με ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης χίλια πεντακόσια (1.000) ευρώ,
Η πρώτη δόση καταβάλλεται την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, η δεύτερη δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Νοεμβρίου 2010 , οι δε επόμενες δόσεις την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών. Εξαιρετικά η εφάπαξ εξόφληση γίνεται είτε την ημέρα υποβολής της αίτησης είτε εντός πέντε εργασίμων ημερών από αυτή και σε κάθε περίπτωση μέχρι την 5η Νοεμβρίου 2010.
2. Ο οφειλέτης χάνει το ευεργέτημα των παραπάνω ρυθμίσεων στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) εφόσον στην περίπτωση 1.2. δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση, στην περίπτωση 1.3 δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα δύο δόσεις και στις λοιπές περιπτώσεις δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα τρείς δόσεις,
β) εφόσον καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης της ρύθμισης του για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών.
γ) εφόσον ο οφειλέτης καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης του και μέχρις εξοφλήσεως, δεν υποβάλει εμπρόθεσμα τiς φορολογικές δηλώσεις του φόρου εισοδήματος, περιουσίας καθώς και παρακρατούμενων ή επιρριπτόμενων φόρων.
δ) εφόσον δεν είναι ενήμερος στα χρέη του που βεβαιώνονται από 1 Οκτωβρίου 2010 και μετά, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών.
ε) εφόσον απολέσει διευκόλυνση τμηματικής καταβολής που του έχει χορηγηθεί για ήδη υφιστάμενα χρέη ή που θα του χορηγηθεί για χρέη που θα βεβαιωθούν μετά την ψήφιση του Νόμου
στ) εφόσον δεν είναι ενήμερος για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών, για χρέη του που βεβαιώθηκαν μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2010, τα οποία δεν ζήτησε να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση.
2. Σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής μίας δόσης της ρύθμισης, η δόση επιβαρύνεται με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής πέντε τοις εκατό (5%) για τον πρώτο μήνα καθυστέρησης. Σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής δύο συνεχόμενων δόσεων της ρύθμισης και οι δύο δόσεις επιβαρύνονται με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής δέκα τοις εκατό (10%) και μέχρι την απώλεια της ρύθμισης.
3. Παρέχεται η δυνατότητα οφειλέτης που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης, να επιλέξει την υπαγωγή του σε ρύθμιση της παραγράφου 1 με περισσότερες δόσεις με τον περιορισμό της ελάχιστης καταβολής και με την προϋπόθεση ότι μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης έχει καταβάλει όλες τις δόσεις της προηγούμενης ρύθμισης. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για το υπόλοιπο ποσό που εντάσσεται στη νέα ρύθμιση με το ποσοστό που ορίζεται για τη ρύθμιση της νέας επιλογής του.
5. Σε περίπτωση που οφειλέτης έχει ενταχθεί σε ρύθμιση με πολλές μηνιαίες δόσεις, εφόσον εξοφλήσει σε πρόγραμμα μικρότερης χρονικής διάρκειας, τυγχάνει απαλλαγής προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής για το οφειλόμενο ποσό που εξοφλείται, με το ποσοστό που ορίζεται για τη ρύθμιση εντός των χρόνων της οποίας εξόφλησε.
Εάν ενταχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης με δόσεις και εκ των υστέρων εξοφλήσει εντός των χρόνων ισχύος του προγράμματος εφάπαξ εξόφλησης (1.1), τότε απαλλάσσεται από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) για το εφάπαξ καταβαλλόμενο ποσό.
6. Οφειλέτες που δεν υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση μέχρι την 31 Οκτωβρίου 2010, έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν την αίτηση και μεταγενέστερα με την προϋπόθεση ότι θα καταβάλουν με την κατάθεση της αίτησης και τις δόσεις που θα είχαν λήξει εάν η αίτηση είχε υποβληθεί εντός της ανωτέρω προθεσμίας πλέον των αναλογουσών προσαυξήσεων επί ολοκλήρου του ποσού από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής της αίτησης και μέχρι την εκπρόθεσμη υποβολή της. Στη ρύθμιση περιλαμβάνονται οι οφειλές της παραγράφου 7, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί την ημέρα υποβολής της αίτησης. Το ποσοστό απαλλαγής από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ανάλογα με τον τύπο της ρύθμισης που θα επιλέξει ο οφειλέτης να ενταχθεί, μειώνεται κατά πέντε τοις εκατό (5%) του αντιστοιχούντος στο πρόγραμμα της επιλογής του ποσοστού και αφορά μόνο στις οφειλές της παραγράφου 7.
7. Στις ρυθμίσεις της παραγράφου 1. εντάσσονται όλες οι ληξιπρόθεσμες κατά την ημέρα δημοσίευσης του νόμου οφειλές. Ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να μην ζητήσει την υπαγωγή στη ρύθμιση, των οφειλών του που βρίσκονται σε διοικητική ή δικαστική αναστολή. Ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ένταξη στην ρύθμιση και των βεβαιωμένων κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης των οφειλών, αλλά χωρίς την επιμήκυνση του χρόνου ρύθμισης.
8. Για χρονικό διάστημα δύο ετών με έναρξη την 1 Οκτωβρίου 2010 , αναστέλλεται η παραγραφή των πάσης φύσεως χρεών που έχουν βεβαιωθεί ταμειακά στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία.
9. Για χρονικό διάστημα δύο ετών από τη δημοσίευση του νόμου δεν θα επιτρέπεται η χορήγηση διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής του άρθρου 14 του ν.2648/98 για όλα τα χρέη που θα έχουν βεβαιωθεί ταμειακά μέχρι 30 Σεπτεμβρίου 2010.
10. Στον οφειλέτη που είναι συνεπής στη ρύθμιση θα χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των οφειλών του προς το Δημόσιο μηνιαίας διάρκειας ως εξής :
α. για τις ρυθμίσεις μέχρι 3 μήνες μετά την καταβολή της 2ης δόσης.
β. για τις ρυθμίσεις μέχρι 6 μήνες μετά την καταβολή της 3ης δόσης
γ. για τις ρυθμίσεις μέχρι 12 μήνες μετά την καταβολή της 4ης δόσης
δ. για τις ρυθμίσεις άνω των 12 μηνών εφόσον κατά τον χρόνο χορήγησης του αποδεικτικού έχουν εξοφληθεί οι τρέχουσες δόσεις πλέον των δόσεων των δύο επομένων μηνών από την ρύθμιση και πάντως μετά την καταβολή -6- τουλάχιστον δόσεων.
12. Κατά του οφειλέτη εφόσον υπαχθεί στη ρύθμιση δεν θα λαμβάνονται τα προβλεπόμενα μέτρα κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν.1882/1990, του άρθρου 22 του ν.2523/1997,όπως αυτά ισχύουν σήμερα και των άρθρων 231 έως 243 του ν.2717/1999, θα αναστέλλονται δε τα τυχόν ληφθέντα ως άνω μέτρα.
Κατά τον χρόνο της ρύθμισης θα αναστέλλεται επίσης η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις του νόμου. Η αναστολή αυτή δεν θα ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές θα λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί.
Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.