Γρηγόρης Ζαρωτιάδης
Τέσσερα είναι τα βασικά συστατικά στοιχεία ενός πολιτικού υποκειμένου:
- το ηθικό και ιδεολογικό
του πρόταγμα, δηλαδή η «ψυχή» του,
- η πολιτική του
ταυτότητα, ως θεωρητικό «οπλοστάσιο» και / ή ως πλούτος προτάσεων, με άλλα
λόγια το «μυαλό» του,
- η οργανωσιακή του
υπόσταση, οι διαδικασίες, οι δομές, τα όργανα, δηλαδή τα «νεύρα» και τα «οστά»
του,
- και βεβαίως το «σώμα»
του, η πλατιά κοινωνική του βάση, τα μέλη και οι φίλοι, οι κοινωνικές
ομάδες και τάξεις που προσβλέπουν και ελπίζουν σε αυτό, που το παρακολουθούν
και το συνδιαμορφώνουν.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. βρίσκεται σε μια δυσάρεστη και ιδιαιτέρως δυσοίωνη φάση της
ιστορίας του – έχει απολέσει τα τρία πρώτα: έχασε το ηθικό και ιδεολογικό του πρόταγμα,
αλλοιώθηκε η πολιτική του ταυτότητα και κατέρρευσε η οργανωσιακή του υπόσταση,
κείτεται στην πολιτική σκηνή άψυχο, παράλυτο και εγκεφαλικά νεκρό. Έμεινε μόνο το «σώμα». Μα και αυτό είναι ιδιαιτέρως
αποδυναμωμένο, συνεχίζοντας να φυλλοροεί προς κάθε κατεύθυνση του πολιτικού
φάσματος. Στέκει ζαλισμένο από τον ανούσιο θόρυβο προσωποκεντρικών ερίδων χωρίς
καμία ιστορική ή πολιτική νομιμοποίηση.
Ο κίνδυνος της τελικής διάλυσης είναι πια κάτι περισσότερο από ορατός. Η
ανάκτηση και η αναδόμηση του Κινήματος, δεδομένων των τελευταίων πολιτικών
εξελίξεων και της στάσης των ηγεσιών και της γραφειοκρατίας που διαχειρίστηκε
τις τύχες του, καθώς και των συνολικών εξελίξεων στο χώρο της αριστεράς διεθνώς,
μετά την κατάρρευση των σταλινικών μορφωμάτων και την επικράτηση του στυγνού
νεοφιλελευθερισμού, δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση και βεβαίως, η επιτυχία της
καθόλου σίγουρη. Ως εκ τούτου, ελέγχεται ακόμη και για το αν αξίζει τον κόπο.
Χρειάζεται ένα Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, ένα πολιτικό όχημα για
το Σοσιαλισμό και τη Δημοκρατία, σε όλα τα επίπεδα του κοινωνικού και
οικονομικού γίγνεσθαι;
Η φύση και η πολιτική δεν αγαπά το κενό που αφήνει η ραγδαία ποσοτική
και ποιοτική συρρίκνωση του μέχρι κάποιας στιγμής γνήσιου εκπροσώπου της
σοσιαλιστικής / δημοκρατικής έκφρασης. Πολύ περισσότερο, όταν η συρρίκνωσή του
δεν προκύπτει λόγω της σταδιακής εξαφάνισης του ίδιου του χώρου τον οποίο
εκφράζει, αλλά είναι το αποτέλεσμα της δικής του αδυναμίας, συσχετιζόμενης ή
όχι με τις γενικότερες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις.
Δεν βρισκόμαστε μπροστά στην τελική υπερίσχυση της αστικής κοινωνικοπολιτικής
φιλοσοφίας, ούτε βεβαίως και επιβεβαιώνεται η προσφάτως διακηρυσσόμενη φανφάρα
του «τέλους της ιστορίας και των ιδεολογιών» δηλαδή η υποτιθέμενη επικράτηση του
«χρυσού αιώνα του καπιταλισμού», της «αέναης καπιταλιστικής ανάπτυξης». Οι
σύγχρονες εξελίξεις αναδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο: οι βαθιές δομικές
αντιφάσεις του συστήματος επέστρεψαν αδυσώπητες, τιμωροί των ανόητων και των
μυώπων, ενώ ο νεοφιλελευθερισμός, ως ύστατος υπερασπιστής της φαινόμενης
χρηματοπιστωτικής ευημερίας, δείχνει πλέον το αποκρουστικό του πρόσωπο, αφού
διαισθάνεται την αναποτελεσματικότητα των πολιτικών του.
Οι αιτίες της πολιτικής κατάρρευσης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. είναι συνεπώς άλλες
και σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνουν τη συνολική αχρήστευση της σοσιαλιστικής /
δημοκρατικής έκφρασης. Το στρατηγικό διακύβευμα του σοσιαλισμού, ακόμη και αν
πρέπει να προσαρμόζεται στις νέες τεχνολογικές, περιβαλλοντικές και
κοινωνιολογικές τάσεις, καθίσταται πιο επιτακτικό παρά ποτέ, είτε με τη
μεταρρυθμιστική τακτική της σταδιακής αλλαγής, είτε με αυτήν της άμεσης,
ριζικής ανατροπής. Μάλιστα, ακόμη και τα αστικοφιλελεύθερα οράματα του
εκδημοκρατισμού επανέρχονται στο προσκήνιο, σχεδόν έναν αιώνα μετά, καθώς η
αντιδημοκρατική μανία των νεοφιλελευθέρων οδηγεί σε πολιτειακές εκτροπές που
θυμίζουν άλλες εποχές.
Ποιος θα είναι λοιπόν στο μέλλον ο εκφραστής του σοσιαλισμού και της
δημοκρατίας στη χώρα; Μπορεί το εναπομείναν ΠΑ.ΣΟ.Κ. να ανακτήσει τον ιστορικό
του ρόλο; Αν όχι, απαιτείται ένα νέο κίνημα για το σοσιαλισμό και τη δημοκρατία
και σε τι θα συνίσταται το «νέο»;
Σε κάθε περίπτωση, το ένα ή το άλλο ενδεχόμενο, μένει να αποδειχθεί από
την ίδια την πράξη ως λιγότερο ή περισσότερο ρεαλιστικό. Οφείλουμε όμως να
αναγνωρίσουμε ότι ο ρόλος αυτού του «νέου», του «ανανεωμένου» ή «αναγεννημένου»
Κινήματος είναι να συμβάλλει πάλι – αυτήν τη φορά όχι ηγεμονικά, καθότι ούτε
μπορεί, αλλά ούτε και αρμόζει στην εποχή – στη διαμόρφωση μιας ρεαλιστικής,
ριζοσπαστικής, αριστερής κυβερνητικής προοπτικής, στη διαμόρφωση της κυβερνώσας
αριστεράς, της νέας ισορροπίας μεταξύ ρεαλισμού και ριζοσπαστισμού, συμβατή με
τις απαιτήσεις και τις προκλήσεις της εποχής.
Εδώ και πάνω από μισό χρόνο πληθαίνουν οι φωνές των μελών και φίλων που
ζητούν επιτακτικά την άμεση διεξαγωγή
Συνεδρίου για όλους και για όλα.
Ενός Συνεδρίου ανάτασης της ψυχής μας, του ηθικού και ιδεολογικού προτάγματος,
επανάκτησης της πολιτικής ταυτότητας, οργανωτικής ανασύστασης και εκλογής όλης
της στελέχωσής, από την κορυφή ως τις τοπικές οργανώσεις. Απαιτείται να
προσδιορισθεί άμεσα ένα συγκεκριμένο πλαίσιο προσυνεδριακού διαλόγου, να
καθορισθεί μια ανοικτή, αμεσοδημοκρατική, αλλά συνάμα αυστηρά προσδιορισμένη και εξαιρετικά σύντομη διαδικασία,
διάρκειας το πολύ ενός μήνα, που θα
οδηγήσει στο Συνέδριο.
Αν επιθυμούμε στα σοβαρά τη «διάσωση», την ανάκτηση αλλά και την
αναδόμηση του χώρου μας, εδώ που φτάσαμε υπάρχει ένας μόνο τρόπος: ένα βίαιο ηλεκτροσόκ στην καρδιά του
Κινήματος. Μπορούμε και πρέπει να δράσουμε ως «απινιδωτής», επιλέγοντας την
κατάλληλη στιγμή, τον κατάλληλο τόπο και τον κατάλληλο τρόπο δράσης.
Μπορούμε και πρέπει να προκαλέσουμε ένα γεγονός του οποίου ο συμβολισμός και η
πολιτική σημασία θα ελκύσει πάλι το ενδιαφέρον συντρόφων και συντροφισσών,
συναγωνιστών που έχουν αποστρέψει το πρόσωπό τους από την πολιτική ακαμψία, τη
δυσωδία των προσωποκεντρικών τακτικών του κάθε ενός αυτόκλητου αρχηγίσκου και
από την καμαρίλα που αναδίδει η πολιτική σήψη στο Κίνημα. Με άλλα λόγια, μπορούμε
και πρέπει να επανενεργοποιήσουμε τα ζωντανά, ακόμη, κύτταρα του κείμενου
πολιτικού σώματος.
Η πολιτική είναι η ισορροπία του εφικτού και του ευκταίου: η επιμονή
στο εφικτό, ταιριάζει στους τυχοδιώκτες, ενώ μόνο το ευκταίο, στους
ονειροπόλους. Σε μας αρμόζει να συνδυάζουμε τα οράματα με την πρακτική της πάλης.
Η προηγούμενη συλλογιστική συμπυκνώνεται στην ανάγκη μιας συμβολικής, ίσως
παράτολμης, κινηματικής πρωτοβουλίας μεγάλης πολιτικής εμβέλειας και
επικοινωνιακής απήχησης. Δεν πρόκειται απλώς για μια προσπάθεια να
δικαιολογηθούμε απέναντι στην ιστορία μας, να πούμε ότι εμείς κάτι κάναμε,
κάπως παλέψαμε. Ζητούμενο είναι μια κινηματική πρωτοβουλία αρκετά δυναμική,
ώστε να αλλάξει την ατζέντα στο εσωτερικό του ευρύτερου κοινωνικού φάσματος που
με τον έναν ή τον άλλο τρόπο – από συνήθεια, από κομματικό πατριωτισμό, από
ιδεολογικοπολιτική προσήλωση ή λόγω της αδυναμίας συγκρότησης εναλλακτικών –
συνεχίζει να προσβλέπει σε ένα Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, έστω στο πίσω
μέρος του μυαλού του, έστω ως ανάμνηση ή κρυφή, απονενοημένη ελπίδα. Μια
κινηματική πρωτοβουλία που θα δώσει σε όλες τις νέες δυνάμεις του κοινωνικού
ριζοσπαστισμού, σε όλους αυτούς που ανένταχτα αντιστέκονται, έναν ουσιαστικό
λόγο, αν θέλετε και μια δικαιολογία, για να δείξουν ξανά ενδιαφέρον για το
Κίνημα, για την απέλπιδα, έστω, προσπάθεια της αναγέννησής του. Με αυτόν τον
τρόπο, ίσως να καταφέρουμε την ανάνηψη του «ασθενούς». Αν πάλι όχι, είμαι
ειλικρινής, θα επιδιώξουμε αφενός την δική μας εξιλέωση, μα αφετέρου και
πρωτίστως θα λειτουργήσουμε ως ένας από τους καταλύτες για την επανασύσταση της παράταξης, την (ανά-)
συγκρότηση του κληρονόμου της
σοσιαλιστικής / δημοκρατικής παράδοσης.
… εδώ στου δρόμου τα μισά,
έφτασε η ώρα να το
πω,
άλλα είναι εκείνα
που αγαπώ
για αλλού για αλλού ξεκίνησα… Οδυσσέας Ελύτης