Ο αιρετός του Α.Π.Υ.Σ.Δ.Ε. Κεντρικής Μακεδονίας Δημήτρης Ιωάννου καταγγέλει μέλη της παράταξης του
Στα 6 χρόνια που είμαι
αιρετό μέλος του Α.Π.Υ.Σ.Δ.Ε. Κεντρικής Μακεδονίας προσπάθησα με νηφάλιο, αλλά
και αποφασιστικό τρόπο να προασπίσω τα συμφέροντα ολόκληρης της εκπαιδευτικής
κοινότητας. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που έχουν τα Α.Π.Υ.Σ.Δ.Ε. φρόντισα για
την τήρηση των νόμων και την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων όλων. Αυτό
γινόταν και γίνεται πάντοτε σε συνεργασία με τον άλλο αιρετό, καθόσον πιστεύω
ότι η ενιαία στάση και η συνεργασία των δύο αιρετών κάνουν πολύ ισχυρή τη φωνή
του κλάδου μας στα Υπηρεσιακά συμβούλια, τα οποία είναι συλλογικά όργανα διοίκησης.
Έτσι εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η δικαιοσύνη και κατ’ επέκταση η εύρυθμη και
ομαλή λειτουργία των σχολείων που είναι το ζητούμενο όλων των εμπλεκόμενων στην
εκπαιδευτική διαδικασία. Όπως τελευταία που, ενάντια σε ό,τι ζητούσε το Υπουργείο,
δηλώσαμε ρητά και κατηγορηματικά ότι δε θα συναινέσουμε σε οποιαδήποτε μετακίνηση
συναδέλφων μας (χωρίς αίτησή τους), που αυθαίρετα χαρακτηρίστηκαν ως υπεράριθμοι,
από Νομό σε Νομό.
Φαίνεται όμως ότι αυτά για
κάποιους από την παράταξή μου, τη Δ.Α.Κ.Ε., δεν έχουν μεγάλη σημασία. Γι΄ αυτό,
προφανώς ενόψει και των προσεχών εκλογών για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια, έχουν
αποδυθεί σε έναν αγώνα κατασυκοφάντησής μου.
Όμως ας γίνω πιο
συγκεκριμένος: Πριν από λίγο καιρό κατήγγειλα δημόσια, ως όφειλα, το γεγονός
ότι συνάδελφοι που υπηρετούν στο νομό Σερρών έχουν να πληρωθούν δυο και πλέον
χρόνια τα έξοδα για τις μετακινήσεις τους εκτός έδρας. Σύμφωνα με πληροφορίες
μου οι οφειλές ανέρχονται στο ποσό των 130.000 ευρώ περίπου. Τα τότε στελέχη
της Δ/νσης Β/θμιας Εκπ/σης Σερρών (Διευθυντής και Προϊστάμενοι) όμως, είχαν πληρωθεί
όλα τα έξοδα για τις μετακινήσεις τους κατά τα έτη 2008 και 2009 (ο Δ/ντής και
για το 2010). Αυτονόητο καθήκον μου λοιπόν ήταν να δημοσιοποιήσω το γεγονός,
διότι αυτή η συμπεριφορά είναι πολύ μακριά από τις αρχές τις δικές μου, αλλά
και της Δ.Α.Κ.Ε.
Και τότε άρχισαν οι
ψίθυροι, στο παρασκήνιο πάντοτε. Συνάδελφοί μου από τη Δ.Α.Κ.Ε., παρακινημένοι
είτε από έναν κακώς εννοούμενο παραταξιακό πατριωτισμό είτε από άλλους δικούς
τους λόγους, άρχισαν να μου ασκούν κριτική, γιατί δεν «προφύλαξα» τα μέλη της
παράταξής μου, εννοώντας ότι έπρεπε να κουκουλώσω το γεγονός. Ταυτόχρονα
άρχισαν να διαδίδουν ότι τάχα με την καταγγελία μου στρέφομαι και κατά των υπαλλήλων
της Δ/νσης Β/θμιας Εκπ/σης Σερρών.
Τίποτε δεν είναι πιο
ψευδές. Ποτέ δε στράφηκα κατά των υπαλλήλων, οι οποίοι άλλωστε είναι προφανές
ότι εκτέλεσαν τις εντολές των προϊσταμένων τους. Αυτή όμως η θέση μου δεν
μπορεί να αφορά τους συναδέλφους που τότε ήταν αποσπασμένοι στα Γραφεία της
Δ/νσης και ταυτόχρονα ήταν και είναι εκλεγμένα μέλη του Δ.Σ. της Ε.Λ.Μ.Ε.
Σερρών. Αυτοί πιθανότατα γνώριζαν τι συνέβαινε, μιας και εργάζονταν στο ίδιο
γραφείο με το συνάδελφο που ήταν επιφορτισμένος με την ευθύνη της διεκπεραίωσης
τέτοιων οικονομικών θεμάτων. Και αντί να παρέμβουν και να σταματήσουν το θέμα,
αν όχι να το καταγγείλουν στο Δ.Σ. της Ε.Λ.Μ.Ε. Σερρών, το άφησαν να διαιωνίζεται.
Ε, αυτοί δεν μπορεί να είναι στο απυρόβλητο. Δεν μπορεί να μην ασκηθεί αυστηρή
κριτική σε συναδέλφους συνδικαλιστές που αδιαφόρησαν αν συνάδελφοί τους θα
χάσουν τα χρήματα που τους οφείλει η υπηρεσία τους λόγω παραγραφής (εξαιτίας
της παρέλευσης διετίας) και εξακολουθούν να σιωπούν ένοχα ακόμη και τώρα.
Αυτά προς το παρόν. Και, αν
χρειαστεί, θα επανέλθω.