Άρθρο Νίκου Ανδρουλάκη,
Γραμματέα της Κεντρικής
Πολιτικής Επιτροπής του
ΠΑΣΟΚ
Αν
εκείνο το τραγικό βράδυ ο
Παύλος Φύσσας δεν έπεφτε
νεκρός από το μαχαίρι του
Ρουπακιά, το πιθανότερο
ήταν να συνεχιζόταν ο
στρουθοκαμηλισμός για το
θέμα της Χρυσής Αυγής.
Πολιτικοί, δημοσιογράφοι
αλλά και η Αστυνομία με τη
Δικαιοσύνη έκαναν τα στραβά
μάτια στις δολοφονικές
επιθέσεις, στους
εκβιασμούς, αλλά και στις
υπόλοιπες εγκληματικές
δράσεις των Ταγμάτων
Εφόδου.
Τα
πράγματα όμως είναι πολύ
απλά. Η Χρυσή Αυγή δεν είναι
μόνο μια εγκληματική
οργάνωση. Η Χρυσή Αυγή
είναι η περιγραφή της
σύγχρονης εθνικής μας παρακμής
σε κοινωνικό, πολιτικό και
οικονομικό επίπεδο. Εάν
δεν δούμε από αυτή την
οπτική το φαινόμενο και
παρασυρθούμε στα περί
εγκληματικής οργάνωσης, ότι
10-15 μπαίνουν φυλακή και η ζωή
συνεχίζεται, σύντομα θα
βρεθούμε προ απροόπτου.
Βεβαίως, όχι μόνοι μας, αλλά
παρέα με όσους σχεδιάζουν
την αντικατάστασή της από ένα
«λογικό», συνεργάσιμο
ακροδεξιό μόρφωμα
προσδοκώντας να βρουν ένα
μετεκλογικό αποκούμπι
στα δεξιά τους.
Είναι
ζήτημα ουσίας να
κατανοήσουμε ότι η
καθοδήγηση δεν έγινε μόνο
από τα εγκληματικά πρόσωπα
αλλά και από τις
εγκληματικές ιδέες. Ιδέες
που προϋπήρχαν, αλλά η
Μεταπολίτευση και η νίκη
των προοδευτικών δυνάμεων
είχε οδηγήσει στην
πολιτική αφάνεια. Τι είναι
όμως αυτό που τις επανέφερε
στην επιφάνεια και τι είναι
αυτό που οφείλει να κάνει
σήμερα το πολιτικό
σύστημα;
Αν, παρ'
όλο που βρίσκεσαι σε
δημογραφική συρρίκνωση,
δεν προχωράς σε πολιτικές
ενίσχυσης, ενώ παράλληλα
αφήνεις το μεταναστευτικό
να σέρνεται, όταν σε μια
οποιαδήποτε κοινωνία
αφαιρώντας συνταξιούχους
και ανέργους ψάχνεις να βρεις
ποιοι εργάζονται και
ιδιαίτερα σε νεαρές
ηλικίες, όταν επίσης γίνεται
μια βίαιη οικονομική
προσαρμογή και το
κοινωνικό δίχτυ είναι
αδύναμο για να περιορίσει
την ακραία μορφή φτώχειας,
όλα αυτά μπορούν να
οδηγήσουν σε
εξτρεμιστικές συμπεριφορές
και ιδεολογίες.
Όταν η
ατιμωρησία προσπαθεί να
«κρυφτεί» πίσω από τη
συλλογική ενοχοποίηση,
όταν τα κόμματα αντί να
σχεδιάσουν οδικό χάρτη
εξόδου από την κρίση, ο
καθένας με τις δικές του
ιδεολογικές αποχρώσεις,
επιλέγουν το σχήμα όλοι
εναντίον όλων, όλα αυτά
μπορούν να συμβούν.
Σε
συνθήκες είτε εσωτερικής
είτε διεθνούς κρίσης, αν τα
πολιτικά κόμματα δεν
βρίσκουν φόρμουλα
συνεννόησης, μπορούμε να
οδηγηθούμε σε συνθήκες
ακραίας πολιτικής
σύγκρουσης. Το παρεπόμενο
είναι να παίρνουν την
κατάσταση στα χέρια τους ο
ανορθολογισμός, η
οπισθοδρόμηση και ο
μεγαλοϊδεατισμός. Αν σε
όλα τα παραπάνω προστεθεί
το ευρωπαϊκό πολιτικό
περιβάλλον, όπου ο
εθνολαϊκισμός αποκτά
συνεχώς δυναμική, η οποία
υπονομεύει το όραμα της
ευρωπαϊκής ενοποίησης,
έχουμε αποτυπώσει τα
κύρια αίτια που έδωσαν
χώρο στη Χρυσή Αυγή να
αναπτυχθεί.
Το
χειρότερο είναι ότι σε
αυτή την υπόθεση ακόμα και
έως σήμερα η διαχείριση εκ
μέρους κάποιων κομμάτων από
το συνταγματικό τόξο
προδίδει τους λόγους της
πρότερης υποκρισίας. Δεν
υπάρχει άλλος δρόμος από το
να σταθούμε στο ύψος των
περιστάσεων, απαξιώνοντας
όσους θέλουν να
χρησιμοποιήσουν τη Χρυσή
Αυγή ως σκέλος της
μυθολογίας του
ετεροπροσδιορισμού τους,
αλλά και αυτούς που μέσω της
θεωρίας των δύο άκρων
επιχειρούν να συντηρήσουν
ένα εμφυλιοπολεμικό
κλίμα. Όπως και αυτούς που
προσπαθούν να
αποϊδεολογικοποιήσουν
το ζήτημα με το δημοσκοπικό
επιχείρημα ότι ένα μεγάλο
μέρος των ψηφοφόρων
προέρχονται από την
Κεντροαριστερά. Ας
θυμηθούν ότι το 2,6% που πήρε
το 1928 το
εθνικοσοσιαλιστικό
κόμμα της Γερμανίας, το 1933
έφτασε στο 44%. Σίγουρα ούτε
και τότε ο μισός γερμανικός
πληθυσμός ήταν ναζιστές.
Γιατί η πολιτική επιλογή
δεν προέρχεται πάντοτε από
την ιδεολογική
ηγεμονία.
Καθώς η
καλυτέρευση του
οικονομικού κλίματος
λόγω και της αμφιθυμίας που
έχουν οι ευρωπαϊκές ελίτ
δεν θα είναι άμεση, πρέπει να
δούμε τι κάνουμε εμείς
τώρα.
Το πρώτο είναι οι
μεταρρυθμίσεις στο
πολιτικό σύστημα με έναν νέο
εκλογικό νόμο, που θα
ενισχύει τη συμμετοχή και
θα βάζει διαφανείς όρους
στις σχέσεις των πολιτικών με
κάθε μορφή εξουσίας. Το
δεύτερο είναι η αλλαγή
προσέγγισης των κομμάτων
απέναντι στην κρίση. Η
ρητορεία τους πρέπει να
προσεγγίζει την
πραγματικότητα, ώστε να
αποφύγουμε το φαινόμενο
των μεγάλων εθνικών
απογοητεύσεων που
ενδυναμώνουν τη
συνωμοσιολογία και την
απαξίωση. Τρίτον, η σφοδρή
σύγκρουση με τις
αποκρουστικές ιδέες του
νεοναζισμού. Οφείλουμε
να ξαναθυμηθούμε την
Ιστορία μας, για να γίνει
κατανοητό, ιδιαίτερα στις
νέες γενιές, ότι αργά ή
γρήγορα οι νεοναζιστικές
ιδέες οδηγούν αυτόν που θα
τις πιστέψει σε ατομικά ή
συλλογικά εγκλήματα.
Τέταρτον, πρέπει να υπάρξουν
ειδικές παρεμβάσεις του
κοινωνικού κράτους σε
περιοχές όπου οι συνθήκες
διαβίωσης είναι ιδιαίτερα
δύσκολες.
Ίσως
τελικά η Χρυσή Αυγή να
είναι και η χρυσή ευκαιρία
της υπέρβασης.